Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2012

3η Σεπτέμβρη: Από τα οράματα και τις ελπίδες στο Δ.Ν.Τ. και την «εθνική κατάθλιψη»


3η Σεπτέμβρη:
Από τα οράματα και τις ελπίδες
στο Δ.Ν.Τ. και την «εθνική κατάθλιψη»

Του Γεωργίου Παπασίμου
Δικηγόρου στον Άρειο Πάγο

Η διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη το 1974 από τον Ανδρέα Παπανδρέου αποτέλεσε, αναμφισβήτητα και παρά τις ιδεολογικές διαφορές ή αντιθέσεις, που μπορεί να προβάλει κάποιος, ένα εκ των σημαντικότερων πολιτικών – ριζοσπαστικών ντοκουμέντων της σύγχρονης Ιστορίας της Ελλάδας. 
Παρά τις γενικεύσεις, η διακήρυξη αυτή αποτύπωσε, συμβόλισε, αλλά, κυρίως, συγκρότησε κάτω από την ιδεολογική της «ομπρέλα», τον αριστερόστροφο ριζοσπαστισμό της Ελληνικής κοινωνίας, που διαμορφώθηκε καθ’ όλη την μετεμφυλιακή περίοδο. Το νεοσύστατο, τότε, ΠΑ.ΣΟ.Κ. έγινε ισχυρή πολιτική δύναμη και κυριάρχησε στην πολιτική ζωή κατά την Μεταπολίτευση, επειδή εξέφρασε πολιτικά και ιδεολογικά τα λαϊκά στρώματα (εργάτες, αγρότες, αυτοαπασχολούμενοι, μικρομεσαίοι), που ασφυκτιούσαν από την πολιτική καταπίεση και το παρακράτος της Δεξιάς, καθώς και από την έντονη κοινωνική και οικονομική τους περιθωριοποίηση, κατά την μετεμφυλιακή περίοδο. Έτσι, πέτυχε αυτή την πολιτική «ηγεμονία», γιατί εξέφρασε την μεγάλη συλλογική προσδοκία των στρωμάτων αυτών, η οποία αφορούσε τον εκδημοκρατισμό της χώρας, την οριστική υπέρβαση των διαιρέσεων του Εμφυλίου, την εθνική χειραφέτηση από τις χονδροειδείς εξωτερικές πολιτικές εξαρτήσεις και, τέλος, την δημιουργία μιας σύγχρονης κοινωνίας, με ισχυρά στοιχεία Κράτους Δικαίου και Πρόνοιας, ευρωπαϊκού προσανατολισμού.
Η σταδιακή απομάκρυνση από το γράμμα και το πνεύμα της 3ης του Σεπτέμβρη, που εμφανίσθηκε, από την πρώτη στιγμή, κατά την άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας από το ΠΑ.ΣΟ.Κ., κορυφώθηκε την περίοδο της εκσυγχρονιστικής διακυβέρνησης (1996-2004), κατά την οποία κυριάρχησε ο τεχνοκρατικός και οικονομίστικος διαχειριστικός λόγος, με πλείστα όσα νεοφιλελεύθερα ιδεολογικά «δάνεια» και γιγαντώθηκε κατά την περίοδο της εφιαλτικής διετίας 2009 – 2011, με την εισδοχή του Δ.Ν.Τ. και την αποδοχή των καταστρεπτικών μνημονίων, «κονιορτοποίησε» κάθε στοιχείο του γράμματος και του πνεύματος της διακήρυξης της 3ης του Σεπτέμβρη.
Παρά τις γενικεύσεις, η διακήρυξη αυτή αποτύπωσε, συμβόλισε, αλλά, κυρίως, συγκρότησε κάτω από την ιδεολογική της «ομπρέλα», τον αριστερόστροφο ριζοσπαστισμό της Ελληνικής κοινωνίας, που διαμορφώθηκε καθ’ όλη την μετεμφυλιακή περίοδο. Το νεοσύστατο, τότε, ΠΑ.ΣΟ.Κ. έγινε ισχυρή πολιτική δύναμη και κυριάρχησε στην πολιτική ζωή κατά την Μεταπολίτευση, επειδή εξέφρασε πολιτικά και ιδεολογικά τα λαϊκά στρώματα (εργάτες, αγρότες, αυτοαπασχολούμενοι, μικρομεσαίοι), που ασφυκτιούσαν από την πολιτική καταπίεση και το παρακράτος της Δεξιάς, καθώς και από την έντονη κοινωνική και οικονομική τους περιθωριοποίηση, κατά την μετεμφυλιακή περίοδο. Έτσι, πέτυχε αυτή την πολιτική «ηγεμονία», γιατί εξέφρασε την μεγάλη συλλογική προσδοκία των στρωμάτων αυτών, η οποία αφορούσε τον εκδημοκρατισμό της χώρας, την οριστική υπέρβαση των διαιρέσεων του Εμφυλίου, την εθνική χειραφέτηση από τις χονδροειδείς εξωτερικές πολιτικές εξαρτήσεις και, τέλος, την δημιουργία μιας σύγχρονης κοινωνίας, με ισχυρά στοιχεία Κράτους Δικαίου και Πρόνοιας, ευρωπαϊκού προσανατολισμού.
Έτσι, στο σημερινό κλεπτοκρατικό Ελληνικό σύστημα, που γιγαντώθηκε κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης, με σοβαρότατες ευθύνες του ΠΑ.ΣΟ.Κ., ως πολιτικού υποκειμένου της διακήρυξης αυτής, αποτελεί «ύβρι» η προσπάθεια εμβαλωματικής εμβάπτισης σ’ αυτήν την ρωμαλέα πολιτικά διακήρυξη για την εποχή της, του «γηρασμένου» και «φθαρμένου» ηγετικού στρώματος του σημερινού ΠΑ.ΣΟ.Κ., αφού, μόνο η ανάγνωσή της διαγράφει το σχήμα αυτού, ως θλιβερής «σοσιαλιστικής καρικατούρας».
Αλλά και η προσπάθεια επικοινωνιακής αξιοποίησης του πολιτικού μηνύματος και της απήχησης, που έχει αυτή σε διάφορα κοινωνικά στρώματα, από πολιτικές δυνάμεις της ευρύτερης Αριστεράς, όπως ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., δεν προσφέρουν τίποτε το ουσιαστικό, συνιστώντας, μάλιστα, οπισθοδρόμηση. Και αυτό, όχι για το επιφανειακό ζήτημα, εάν, δηλαδή, έχει τη δυνατότητα αναφοράς σ’ αυτήν, που επικεντρώθηκε, για ακόμα μια φορά, η στρεβλή πολιτική αντιπαράθεση, αφού κάτι τέτοιο είναι πολιτικά δεοντολογικό, αλλά, κυρίως επί της ουσίας. Η συζήτηση και ο επικοινωνιακός εντυπωσιασμός, καθώς και η επιφανειακή και εργαλειακή αντιπαράθεση, για το ποιος εκφράζει σήμερα καλύτερα το πνεύμα και το γράμμα της 3ης Σεπτέμβρη, αποτελεί ιδεολογική και πολιτική ανακύκλωση «κακής κοπής», αφού η διακήρυξη αυτή, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται, ότι λειτούργησε και ως ιδεολογικό «χάπι», για την δημιουργία ψευδούς συνειδήσεως σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, καθ’ όλη την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Οι, δε, σημερινές δραματικές συνθήκες και «σπασμοί» του κλεπτοκρατικού συστήματος στην Ελλάδα απαιτούν συνθετότερες, αλλά και ευκρινέστερες συνολικές πολιτικές θεωρήσεις και προτάσεις.
Συνεπώς, αυτό που απαιτείται, πρωτίστως, είναι η υπέρβαση αυτών των συγκεχυμένων ψευδαισθήσεων, που ενέχουν και παρωχημένο συναισθηματισμό, μέσα από την πρόταξη και συγκρότηση ενός ριζοσπαστικού εθνικού πολιτικού σχεδίου εξόδου από την κρίση.
Η θεμελίωση ενός τέτοιου ριζοσπαστικού πολιτικού εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης της Χώρας, που θα υπερβαίνει τα κενά, τις ασάφειες και τις ελλείψεις, τόσο στην θεωρία, όσο και στην πράξη, της διακήρυξης της 3ης Σεπτέμβρη 1974, αποτελεί άμεσο και επιτακτικό καθήκον των δυνάμεων της ευρύτερης Αριστεράς στην Ελλάδα και το καλύτερο πολιτικό «μνημόσυνο» αυτής. Ιδιαίτερα από τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., που, σ’ αυτή την κομβική ιστορική περίοδο της Χώρας, με την ψήφο του Ελληνικού Λαού είναι αξιωματική αντιπολίτευση και εν δυνάμει η επόμενη κυβερνητική δύναμη στην Ελλάδα, αν συνυπολογίσει και την πολιτική φθορά άλλων αριστερών χώρων, όπως η ΔΗΜ.ΑΡ., από την συμμετοχή της στην σημερινή «υψηλού κινδύνου» διαχειριστική τρικομματική κυβέρνηση, αναμένει κανείς την σύνθεση και ανάδειξη ενός τέτοιου συνολικού εναλλακτικού εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης της Ελλάδος, που προϋποθέτει την αναζήτηση των βασικών αιτίων της Ελληνικής «κακοδαιμονίας» και την πρόταξη των στρατηγικών πολιτικών, για την οικονομική ανάταξη, τον παραγωγικό εκσυγχρονισμό, την δημιουργία Κράτους Δικαίου και Πρόνοιας και, τέλος, θεσμών για την αποτελεσματική προστασία των κοινωνικά ασθενέστερων στρωμάτων, που, ήδη, «βυθίζονται» στην φτώχεια, που λαμβάνει, γοργά, στοιχεία ανθρωπιστικής κρίσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: